Κεφάλαιο 1ο – Βασικές Οικονομικές Έννοιες
Οι μέγιστες παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας ορίζονται με δεδομένο (μεταξύ άλλων) ότι όλοι οι συντελεστές παραγωγής απασχολούνται (και ορθολογικά). Επομένως η ύπαρξη εν δυνάμει συντελεστών παραγωγής δεν σημαίνει «μείωση» των παραγωγικών δυνατοτήτων, αλλά μη πλήρη αξιοποίηση αυτών.
Μπορούμε λοιπόν συμπερασματικά να καταλήξουμε στο ότι η ύπαρξη ανεργίας δεν μετατοπίζει την Καμπύλη Παραγωγικών Δυνατοτήτων (ΚΠΔ) της χώρας αναφοράς
Οι οικονομίες προσπαθούν με τη χρήση νέας τεχνολογίας, την εύρεση νέων παραγωγικών πόρων ή βελτίωσης της παραγωγικότητας των υπαρχόντων συντελεστών παραγωγής να αυξήσουν την ποσότητα των προϊόντων που παράγουν. Κάτι τέτοιο θα δήλωνε ότι η οικονομία αναπτύσσεται, δηλαδή ότι αυξάνεται το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) επομένως και περιορισμό του κύριου οικονομικού προβλήματος.
Σε αυτή την περίπτωση θα αναφερόμαστε σε αύξηση των παραγωγικών δυνατοτήτων, δηλαδή σε δεξιά μετατόπιση της καμπύλης παραγωγικών δυνατοτήτων (ΚΠΔ) της οικονομίας.
Βεβαίως δεν πρέπει να αγνοούμε το ενδεχόμενο της μείωσης των παραγωγικών δυνατοτήτων που θα σήμαινε μετατόπιση της ΚΠΔ προς τα αριστερά.
Για περισσότερες πληροφορίες που αφορούν την μεταβολή των παραγωγικών δυνατοτήτων (μετατόπιση της ΚΠΔ) επισκεφτείτε το σύνδεσμο Καμπύλη παραγωγικών δυνατοτήτων. Η μετατόπιση
Κεφάλαιο 2ο – Η Ζήτηση των αγαθών
1. Αλγεβρικός προσδιορισμός της του τύπου της συνάρτησης ζήτησης
Α. Παράδειγμα (γραμμικής μορφής)
Όταν η τιμή (Ρ) ενός αγαθού είναι ίση με 2 χρημ. μονάδες η ζητούμενη ποσότητα (QD) είναι ίση με 16 μονάδες. Στη συνέχεια μια αύξηση της τιμής κατά 50% δημιουργεί νέα ζητούμενη ποσότητα (QD1) ίση με 14 μονάδες. Τέλος, νέα αύξηση της τιμής κατά 100% διαμορφώνει τελική ζητούμενη ποσότητα (QD2) ίση με 8 μονάδες.
Να εξεταστεί:
- Ο τύπος της συνάρτησης ζήτησης και στη συνέχεια να προσδιοριστεί ο τύπος της.
- Αν η αύξηση της τιμής κατά 100 % εφαρμοστεί επί της αρχικής τιμής, να εξεταστεί αν μπορεί να προσδιοριστεί ο τύπος της συνάρτησης.
Β .Παράδειγμα (Ισοσκελής Υπερβολή)
Όταν η τιμή (Ρ) ενός αγαθού είναι ίση με 4 χρημ. μονάδες η ζητούμενη ποσότητα (QD) είναι ίση με 20 μονάδες. Στη συνέχεια η τιμή μειώνεται σε 2 χρημ. μονάδες με αποτέλεσμα η νέα ζητούμενη ποσότητα (QD1) να αυξηθεί κατά 100%. Τέλος, η τιμή μειώνεται σε 1 χρημα. μονάδα με αποτέλεσμα η τελική ζητούμενη ποσότητα (QD2) να διαμορφωθεί σε 80 χρημ. μονάδες.
Να εξεταστεί ο τύπος της συνάρτησης ζήτησης και στη συνέχεια να προσδιοριστεί ο τύπος της.
Υποδείξεις:
- Ελέγχω αν το β=ΔQ/ΔP παραμένει παντού σταθερό. Όπότε θα είναι γραμμικής μορφής (ευθεία).
- Ελέγχω αν το γινόμενο P∙ QD παραμένει παντού σταθερό. Όπότε θα είναι ισοσκελής υπερβολή.
Προσοχή
Το ότι μέσω του παραπάνω ελέγχου αποκλείστηκε η μια από τις δύο μορφές της συνάρτησης, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα είναι της άλλης μορφής.
Παράδειγμα
Δίνεται ο παρακάτω πίνακας αγοραίας ζήτησης. (Πανελλήνιες 2001)
P | QD |
100 | 30.000 |
125 | 25.000 |
150 | 22.000 |
300 | 20.000 |
2. ED - Ελαστικότητα ζήτησης (σημείου) ως προς την τιμή (Ρ)
Δίνεται η συνάρτηση ζήτησης QD = 20 – 2P.
Να υπολογιστεί:
- Η ED όταν η τιμή αυξάνεται από 6 σε 8 χρηματικές μονάδες.
- Τι συμπέρασμα βγαίνει για τη μεταβολή της συνολικής δαπάνης (που προκάλεσε η μεταβολή της τιμής) και πως αιτιολογείται;
- Η ED όταν η τιμή αυξάνεται από 4 σε 6 χρηματικές μονάδες.
Διαφορετική έκφραση
Στο σημείο Α μιας καμπύλης ζήτησης η τιμή είναι ίση με 6 και η ζητούμενη ποσότητα είναι ίση με 8 μονάδες. Στη συνέχεια, η τιμή αυξήθηκε σε 8 χρηματικές. μονάδες με αποτέλεσμα η νέα ζητούμενη ποσότητα να διαμορφωθεί σε 4 μονάδες (σημείο Β επί της καμπύλης ζήτησης).
Να υπολογιστεί η ED στο σημείο Α (αρχικό σημείο).
3. ED - Ελαστικότητα ζήτησης ως προς την τιμή (Ρ)
Μετράει το βαθμό αντίδρασης των καταναλωτών (στη ζητούμενη ποσότητα) σε μεταβολές της τιμής του αγαθού.
ΔΗΛΑΔΗ: Την ποσοστιαία μεταβολή της ζητούμενης ποσότητας η οποία προκύπτει από κατά 1 % μεταβολή της τιμής.
Παράδειγμα:
Αν η τιμή αυξηθεί κατά 15 % και η ζητούμενη ποσότητα μειωθεί κατά 5 %, τότε η ED = - 0.33.
Πρακτικά το ότι ED = - 0.33 σημαίνει ότι μια αύξηση της τιμής κατά 1 % θα προκαλέσει μείωση της ζητούμενης ποσότητας κατά 0,33 %.
4. Σχέση ED μεταβολή της τιμής και επηρεασμού της Συνολικής Δαπάνης των καταναλωτών.
Εφαρμογή 1η
Η συνάρτηση ζήτησης ενός αγαθού είναι η QD = 20 – 2P. Αν η τιμή αυξηθεί από 6 σε 8 χρηματικές μονάδες να προσδιοριστεί η μεταβολή της Συνολικής Δαπάνης των καταναλωτών (ΣΔ=ΣΕ). Να αιτιολογείστε την απάντησή σας (με βάση την τιμή της ED)
Εφαρμογή 2η
Έστω η συνάρτηση ζήτησης QD = 20 – 2P. Αν η αρχική τιμή Ρ1 = 2 μεταβληθεί κατά + 50 % :
- Να υπολογισθεί η ελαστικότητα ζήτησης (ED)
- Να χαρακτηριστεί η ελαστικότητα ζήτησης
- Να υπολογισθεί η μεταβολή της ΣΔ των καταναλωτών
- Να αιτιολογηθεί η μεταβολή της ΣΔ με βάση την ED.
5. ΕΥ - Ελαστικότητα ζήτησης ως προς το εισόδημα (Υ)
Η συνάρτηση ζήτησης ενός κανονικού αγαθού είναι η QD = 20 – 2P. Στο σημείο Α, η τιμή είναι ίση με 4 χρημ. μονάδες. Στη συνέχεια μια αύξηση του εισοδήματος των καταναλωτών κατά 10 % μεταβάλλει τη ζήτηση του αγαθού κατά 20 %.
Να υπολογιστούν:
- Η νέα συνάρτηση ζήτησης
- Η τελική ζητούμενη ποσότητα
- Η ελαστικότητα ζήτησης ως προς το εισόδημα (ΕΥ)
6. Υπολογισμός ED και ΕΥ όπου είναι δυνατόν. Τι πρέπει να ελέγχουμε.
Δίνεται ο παρακάτω πίνακας με τις τιμές (Ρ), τις ζητούμενες ποσότητες (QD) ενός αγαθού Α και τα αντίστοιχα εισοδήματα (Υ) όπως και τις αντίστοιχες τιμές (Ρ) ενός υποκατάστατου (του Α) αγαθού Β.
Τιμή (ΡΑ) | Ζητούμενη ποσότητα (QD) | Εισόδημα (Υ) | Τιμή (ΡΒ) υποκατάστατου |
6 | 30 | 1.000 | 4 |
4 | 80 | 1.200 | 4 |
4 | 50 | 1.000 | 3 |
5 | 60 | 1.000 | 4 |
4 | 60 | 1.100 | 3 |
Να υπολογιστούν :
- η ελαστικότητα ζήτησης ως προς την τιμή (ED)
- η εισοδηματική ελαστικότητα (ΕΥ)
Κεφάλαιο 3ο – Η Παραγωγή της Επιχείρησης και το Κόστος
Η συνεχιζόμενη προσθήκη μεταβλητών συντελεστών επί ενός ή περισσοτέρων σταθερών έχει σαν αποτέλεσμα από ένα σημείο και μετά ο ρυθμός αύξησης της παραγωγής να φθίνει και αργότερα η παραγωγή να μειώνεται σε σχέση με τα προηγούμενα επίπεδά της. Αυτές οι φάσεις της παραγωγής θεωρούνται δεδομένες για την επιχείρηση που λειτουργεί στη βραχυχρόνια περίοδο.
Περισσότερα όπως και για τη σχέση συνολικού και οριακού προϊόντος στο σύνδεσμο
Το κόστος της επιχείρησης αντιπροσωπεύει τις δαπάνες που καταβάλει για την αμοιβή των συντελεστών παραγωγής που χρησιμοποιεί προκειμένου να παράγει. Επομένως εξαρτάται από την ποσότητα και την αμοιβή (κόστος) ανά μονάδα του κάθε συντελεστή παραγωγής.
Περισσότερα για το μεταβλητό κόστος (VC) και το νόμο της φθίνουσας απόδοσης στο σύνδεσμο
Α. Η Παραγωγή
- Συνάρτηση Παραγωγής: Q = f (L, K)
- Συνολικό Προϊόν: TP ή Q
- Μέσο Προϊόν: ΑΡ = Q/L
- Οριακό Προϊόν: ΜΡ = ΔQ/ΔL
- Νόμος Φθίνουσας ή μη ανάλογης απόδοσης.
Παρατηρήσεις στο διάγραμμα:
- Εμφάνιση Ν.Φθ.Α μετά την μέγιστη (max) τιμή του ΜΡ.
- Όπου ΑΡ max = MP (σημείο τομής των καμπυλών).
- Όπου ΤΡ max → MP=0.
- Όταν ΤΡ ↓ → ΜΡ<0.
Διάγραμμα ΤΡ, ΑΡ και ΜΡ
Β. Το Κόστος
- Κόστος = Δαπάνες επιχείρησης για αμοιβή των Συντελεστών Παραγωγής (Σ.Π) που χρησιμοποιούνται στην παραγωγική διαδικασία.
→ Κόστος = ποσότητα Σ.Π ∙ αμοιβή Σ.Π
- Συνάρτηση Κόστους: C = ƒ (Q)
- Συνολικό Κόστος = Μεταβλητό Κόστος + Σταθερό Κόστος
→ TC = VC + FC
- Αν για μεταβλητούς Σ.Π, χρησιμοποιούνται Εργασία (L) και Πρώτες Ύλες (Q) τότε
→ VC = L∙ W + Q∙ Αμοιβή Πρώτων Υλών
- Μέσο Συνολικό Κόστος = Μέσο Μεταβλητό Κόστος + Μέσο Σταθερό Κόστος
→ ATC = AVC + AFCATC =TC/Q , AVC =VC/Q , AFC =FC/Q
- Οριακό Κόστος : MC = ΔTC/ΔQ = ΔVC/ΔQ
Διάγραμμα (1) ΤC, VC και FC
Διάγραμμα (2) ATC, AVC, MC και AFC
Παρατηρήσεις στο διάγραμμα (2):
- Η καμπύλη MC ανερχόμενη, τέμνει τις καμπύλες AVC και ATC στα ελάχιστά τους σημεία.
- Το ανερχόμενο τμήμα της καμπύλης MC, που βρίσκεται πάνω το ελάχίστο της καμπύλης AVC αποτελεί την (βραχυχρόνια) καμπύλη προσφοράς της επιχείρησης
Κεφάλαιο 4ο – Η Προσφορά των αγαθών
Η βραχυχρόνια καμπύλη προσφοράς της επιχείρησης είναι το ανερχόμενο τμήμα της καμπύλης MC που βρίσκεται πάνω από την καμπύλη AVC.
Δηλαδή αποτελείται από όλα εκείνα τα σημεία της καμπύλης του MC όπου ισχύει P = MR =MC και τα οποία βρίσκονται πάνω από την ελάχιστη τιμή του AVC.
Για την πληρέστερη ανάλυση της σχέσης επισκεφτείτε το σύνδεσμο Η βραχυχρόνια καμπύλη προσφοράς της επιχείρησης στον πλήρη ανταγωνισμό
Η ελαστικότητα προσφοράς ως προς την τιμή (ES) δείχνει τον βαθμό ευκολίας με τον οποίο μια επιχείρηση μπορεί να προσαρμόσει την προφερόμενη ποσότητά της σε μεταβολή της τιμής (Ρ) του προϊόντος της.
Αν θεωρήσουμε ένα «μικρό» χρονικό διάστημα αναφοράς καταλαβαίνουμε ότι η επιχείρηση σε μια μεταβολή της τιμής (Ρ) πώλησης του προϊόντος της δεν μπορεί να μεταβάλλει «έντονα» την προσφερόμενη ποσότητα.
Είναι πράγματι δύσκολο να μπορέσει να προσαρμόσει κατάλληλα τους συντελεστές παραγωγής που χρησιμοποιεί ώστε να αυξηθεί η παραγωγή της σε λίγο χρόνο.
Αντίθετα σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα μπορεί να μεταβάλλει και την ποιοτική απόδοση των υπαρχόντων συντελεστών παραγωγής αλλά και να χρησιμοποιήσει περισσότερους με αποτέλεσμα να πετύχει μεγαλύτερη αύξηση της προσφερόμενης ποσότητας.
Επομένως συμπεραίνουμε ότι η ελαστικότητα προσφοράς ως προς την τιμή (ES) είναι μεγαλύτερη όσο μεγαλύτερη είναι η χρονική περίοδος που αναφερόμαστε. Δηλαδή θα μπορούσαμε να πούμε ότι όσο αυξάνει ο χρόνος τόσο πιο ελαστική γίνεται η προσφορά.
Κεφάλαιο 5ο – Ο προσδιορισμός των τιμών
- Η τιμή και η ποσότητα ισορροπίας διαμορφώνονται από την αλληλεπίδραση των δυνάμεων της ζήτησης και της προσφοράς.
- Η τιμή και ποσότητα ισορροπίας, είναι αναμενόμενο, ότι χρειάζονται ΑΓΟΡΑΙΑ μεγέθη (πίνακες, διαγράμματα ή συναρτήσεις) για να προσδιοριστούν.
- Τιμή μικρότερη της τιμής ισορροπίας δημιουργεί ζητούμενη ποσότητα μεγαλύτερη της προσφερόμενης, δηλαδή έλλειμμα ίσο με τη διαφορά τους.
- Τιμή μεγαλύτερη της τιμής ισορροπίας δημιουργεί προσφερόμενη ποσότητα μεγαλύτερη της ζητούμενης, δηλαδή πλεόνασμα ίσο με τη διαφορά τους.
Η ισορροπία της αγοράς μεταβάλλεται όταν μεταβληθεί η ζήτηση ή η προσφορά ή και οι δύο ταυτόχρονα.
Το κράτος παρεμβαίνει στην αγορά όταν θεωρεί η διαμορφωθείσα τιμή ισορροπίας είναι σε βάρος των καταναλωτών ή των παραγωγών, οπότε επιβάλλει αντίστοιχα:
- Ανώτατη τιμή με αποτέλεσμα τη δημιουργία ελλειμμάτων και πιθανή δημιουργία μαύρης (παράνομης ) αγοράς.
- Κατώτατη τιμή με αποτέλεσμα τη δημιουργία πλεονασμάτων τα οποία αγοράζονται από το κράτος.
Κεφάλαιο 7ο – Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) (NEO 2019)
Το ΑΕΠ υπολογίζεται με δύο μεθόδους:
- Μέθοδος της τελικής αξίας
- Μέθοδος της προστιθέμενης αξίας
Το ονομαστικό ΑΕΠ περιλαμβάνει την πιθανή μεταβολή των τιμών των αγαθών. Επομένως το πραγματικό (αποπληθωρισμένο) ΑΕΠ είναι το αντιπροσωπευτικό για την σύγκριση του ΑΕΠ διαχρονικά.
Η ποσοστιαία μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ μεταξύ δύο ετών παραμένει σταθερή ανεξάρτητα του έτους βάσης.
Όσο πιο μικρή είναι η ανισοκατανομή του εισοδήματος, τόσο πιο αξιόπιστο μέτρο είναι το κατά κεφαλή ΑΕΠ για το βιοτικό επίπεδο της χώρας.
ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ το εισόδημα που αποκτούν αυτοί που ζουν στη χώρα ΚΑΙ το μέρος του εισοδήματος των πολιτών της που ζουν στο εξωτερικό αλλά αποστέλλουν στη χώρα αναφοράς.
ΔΕΝ ΠΕΙΛΑΜΒΑΝΕΙ το εισόδημα από αλλοδαπούς που δραστηριοποιούνται στη χώρα αναφοράς και αποστέλλεται στο εξωτερικό.
Κεφάλαιο 9ο – Οικονομικές Διακυμάνσεις – Πληθωρισμός – Ανεργία (NEO 2019)
Οι μεταβολές των στοιχείων της οικονομίας (Εθνικό εισόδημα, παραγωγή, απασχόληση, τιμές, κέρδη) ονομάζονται Οικονομικές διακυμάνσεις ή οικονομικοί κύκλοι.
Η τάση για συνεχή άνοδο του γενικού επιπέδου των τιμών
Μετρά την ποσοστιαία μεταβολή του επιπέδου (δείκτη) των τιμών σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο(έτος ή μήνας).
Το ποσοστό (%) της ανεργίας υπολογίζεται στο σύνολο του εργατικού δυναμικού και όχι επί του πληθυσμού της χώρας.
Δημοσιονομικά, Νομισματικά και επαγγελματικής κατάρτισης και επανεκπαίδευσης του εργατικού δυναμικού.
Κεφάλαιο 10ο – Τα Δημόσια Οικονομικά (NEO 2019)
Οι δημόσιες δαπάνες και οι μορφές φορολογίας έχουν τρεις βασικές επιδράσεις στο πως λειτουργεί η οικονομία:
- Μεταβάλλουν την κατανομή των παραγωγικών συντελεστών (ΣΠ) στις διάφορες παραγωγικές δραστηριότητες.
- Μεταβάλλουν το επίπεδο του εισοδήματος.
- Μεταβάλλουν το μέγεθος των επενδύσεων και συνεπώς το μέγεθος του κεφαλαίου της οικονομίας, με συνέπεια τη μεταβολή του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας.
Αφορούν: μισθούς δημοσίων υπαλλήλων (καταναλωτική δαπάνη), στρατιωτικές δαπάνες (άμυνας), επιδόματα και επιδοτήσεις, κόστος εκτέλεσης έργων (επενδυτική δαπάνη – παράδειγμα: λιμάνια, δρόμοι, αεροδρόμια, γέφυρες.
Η διάκριση των εξόδων γίνεται με βάση των παρακάτω κριτηρίων:
- Αν δημιουργείται παραγωγή και εισόδημα
- Τον σκοπό της δαπάνης
Τα έσοδα του κράτους προέρχονται από:
- Φόρους
- Δανεισμό
- Παραγωγική δραστηριότητα
Περιλαμβάνει την πρόβλεψη για όλα τα έξοδα και έσοδα του κράτους εντός ενός έτους.
Στον προϋπολογισμό αναφέρονται αναλυτικά:
- Οι τομείς στους οποίους θα κατευθυνθούν οι δημόσιες δαπάνες.
- Οι οι πηγές από τις οποίες θα προέλθουν τα έσοδα.
Μπορεί να είναι ελλειμματικός, πλεονασματικός ή ισοσκελισμένος ανάλογα με το αν τα έξοδα είναι περισσότερα, λιγότερα ή ίσα με τα έξοδα (δαπάνες).