Οικονομία (ΑΟΘ) – Τι θα περίμενα από τα θέματα του 2022

Οικονομία! Ένας χώρος αλληλοεξαρτώμενων μεταβολών. Εκεί που η «σωστή» κίνηση προς την επίτευξη «ενός» στόχου πιθανότατα θα σου δημιουργήσει  «πρόβλημα» σε κάποιο άλλο μακροοικονομικό μέγεθος.  Το περιβάλλον εκείνο που η φάση της οικονομίας είναι εκείνη που μπορεί να μετονομάσει μια κίνηση από ενδεδειγμένη σε λανθασμένη. Εκεί που η στάθμιση του κόστους ευκαιρίας της όποιας επιλογής είναι το αυστηρά απαιτούμενο.

Τι σημαίνουν όλα αυτά;

Γνώση με έντονο χαρακτηριστικό την κριτική ή συνθετική σκέψη.

 

Πανελλαδικές εξετάσεις 2022

Δύο μόλις μέρες πριν οι μαθητές εξεταστούν στην Οικονομία (πρώην ΑΟΘ) θα ήθελα να δω στα θέματα τα παραπάνω χαρακτηριστικά της επιστήμης.

Ασφαλώς δεν αναφέρομαι σε ένα επίπεδο θεμάτων που θα ξεφεύγει της «λογικής» των εισαγωγικών εξετάσεων στα πανεπιστήμια.

Αυτό όμως που θα ήθελα να υπάρχει ονομάζεται «ανταμοιβή της προσπάθειας απόκτησης κριτικής σκέψης».

Πολλοί αναφέρονται σε «κλιμακούμενο βαθμό δυσκολίας των θεμάτων».

Ναι, θα περίμενα στα 3 από τα 4 θέματα κάποια μόρια να «απαιτούν» το παραπάνω του «έμαθα κάτι απ έξω».

Στη σκέψη μου μοιάζει με το ορισμό της αντίφασης όταν σε ένα χώρο που τον χαρακτηρίζει η πολυπλοκότητα και η συνεπαγωγική σκέψη λειτουργώ με μια (ατυχώς) επαναλαμβανόμενη στείρα συνθετικής σκέψης λογική.

 

Κλείνοντας

Με καμία έννοια οι παραπάνω σκέψεις μου δεν θέλουν να «δυσκολέψουν» την προσπάθεια των υποψήφιων φοιτητών.

Ακριβώς αντίθετα, θα ήθελα κάποτε να δω την «αλλαγή» της λογικής των θεμάτων, ώστε με την προσαρμοσμένη διδασκαλία, από εμάς τους καθηγητές, να «διευκολύνουμε» την προσπάθεια των μαθητών, αλλά και να τους προετοιμάσουμε καλύτερα για το επίπεδο των Πανεπιστημίων.

Το «Νόμιζα ότι» απέναντι στο «Κατάφερα τι».

Απόσπασμα από το υπό έκδοση μυθιστόρημα " 13 ταξίδια"

Και έτσι όπως το ταξίδεμα ολοένα και άγγιζε το άγνωστο τέλος του, ο χρόνος επιτακτικά απαίτησε και επέβαλε μια συνάντηση.

Ένα αντάμωμα του «νόμιζα ότι» και του «κατάφερα τι».

Στάθηκαν απέναντι και με αμφισβητούμενη καλή διάθεση ξεκίνησαν τη συζήτησή τους. Έμοιαζε με απολογισμό, με την παραδοχή  της πραγματικότητας, με την απομάκρυνση των ψευδαισθήσεων.

Ξεκίνησε αυτόν τον διάλογο, στην πραγματικότητα μονόλογο, το «νόμιζα ότι». Πάντα  έλεγε πολλά. Ήταν κάτι που το χαρακτήριζε.

Δεν ήταν εύκολο, αλλά ούτε συνηθισμένο για το είναι του να απομακρύνει τα: θα ήθελα, τα συναισθήματα, το πλησίασμα του στην ουτοπία, την μη αποδοχή της μοναδικότητας.

 

Για τον εαυτό του

‘Όμως «έπρεπε», αρχικά για το εαυτό του, να δώσει μια απάντηση στο «κατάφερα τι» .

Ήταν η ώρα που το «χαμόγελο» της ειρωνείας αντιμετώπιζε το «σκυθρωπό πρόσωπο της απογοήτευσης».

Είχε αποτύχει στο μεγαλύτερο θέλω της ζωής του! Και κυριολεκτούσε.

Χωρίς ποτέ να συνέλθει από την αναγκαστική αποδοχή της αποτυχίας του για τον ίδιο τον εαυτό του, πέρασε γρήγορα στο πρόσωπο της άλλης πλευράς για να βρει το θάρρος να απαντήσει στο «κατάφερα τι» για εκείνη την άλλη πλευρά.

 

Για την άλλη πλευρά

Και να πάλι το πρόσωπο της ειρωνείας μπροστά του!

Δεν ήταν μικρή ούτε η προσπάθειά του, ούτε λίγα τα μέτωπα που εισχώρησε, αλλά ούτε και περιορισμένος ο χρόνος που αφιέρωσε.

Ίσως σε κάποια θέματα να έπρεπε να παραδεχτεί ότι «κάτι» κατάφερε.

Υπήρξε όμως ένα διπλό αλλά..

Απέτυχε να μεταφέρει την αισιοδοξία στη σκέψη και την ανάγκη της απόφασης.

Δύο έννοιες, που για τον ίδιο συνυπήρχαν – πήγαιναν χέρι με  χέρι. Η μία δικαιολογούσε την ύπαρξη της άλλης.

Ναι αυτό πίστευε. Ότι δηλαδή « Η ζωή σπάνια αλλάζει από μόνη της. Πηγαίνει εκεί που εμείς την οδηγούμε. Η αλλαγή γίνεται μέσα από τις (πραγματικές, όχι στα λόγια) αποφάσεις μας. Και απόφαση δεν σημαίνει απλά θέλω. Είναι η υλοποίηση του θέλω. Με αυτό το σκεπτικό, ναι αντιμετώπιζε τα πάντα με αισιοδοξία, μια και οι αποφάσεις είναι δικές μας».

 

Ήταν μια διπλή αποτυχία του «νόμιζα ότι» σε σχέση με το «κατάφερα τι».

Έμοιαζε ή και ήταν, μια κατάρρευση της μεγαλύτερης επιθυμίας της ζωής του.

Δεν ήταν μόνο η αποδοχή της αποτυχίας που οδήγησε στο χάσιμο της ισορροπίας του. Πολύ περισσότερο το ερώτημα βρισκόταν στην διαχείριση της ήττας.

Όμως το σωστό ή όχι του τρόπου διαχείρισης δεν ήταν αντικείμενο κριτικής των πολλών. Ήταν και πάλι προσωπική απόφαση – υπόθεση.